Στις 26 Σεπτεμβρίου, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου των ΗΠΑ (FTC) αναθεώρησε την αρχική της απόφαση και ενέκρινε τελικά τη συγχώνευση των Omnicom και IPG, εισάγοντας όμως αυστηρούς κανόνες λειτουργίας για τον νέο διαφημιστικό όμιλο. Η απόφαση εστιάζει στην αποτροπή αποκλεισμού Μέσων Ενημέρωσης με βάση κριτήρια που σχετίζονται με το περιεχόμενό τους.
Συγκεκριμένα, απαγορεύεται στον όμιλο να προτείνει σε πελάτες να αγοράσουν διαφημιστικό χώρο μόνο σε εκδότες που ακολουθούν συγκεκριμένα δημοσιογραφικά πρότυπα, να επενδύσουν αποκλειστικά σε Μέσα με πολιτικές διαφορετικότητας ή να αποφύγουν εκδότες με ακραίες πολιτικές απόψεις. Επιτρέπεται η λήψη υπόψη του περιεχομένου μόνο εάν ο πελάτης το ζητήσει ρητά, ενώ απαγορεύεται η δημιουργία «μαύρων» ή «λευκών» λιστών εκδοτών.
Η FTC επιβάλλει επίσης την πρόσληψη ανεξάρτητου επιτηρητή, ο οποίος θα δέχεται καταγγελίες από τρίτους και θα ελέγχει την τήρηση των κανόνων στην επιλογή Μέσων. Αυτό συνεπάγεται πρόσθετες υποχρεώσεις για τον όμιλο, όπως η τήρηση αρχείου της διαδικασίας επιλογής, η αποθήκευση τεράστιου όγκου πληροφοριών και η νομική επιθεώρηση των προδιαγραφών επιλογής, πέρα από το ψηφιακό τμήμα.
Ο Πρόεδρος της FTC, Andrew Ferguson, ανέφερε την περίπτωση της Global Alliance for Responsible Media (GARM), που κατηγορήθηκε για συλλογικά μποϊκοτάζ, υπογραμμίζοντας μια αλλαγή στην τάση υποστήριξης των Responsible Media. Οι αντιδράσεις στην απόφαση υπογραμμίζουν ότι οι περιορισμοί επιβαρύνουν δυσανάλογα τους διαφημιστές με ευθύνες για επιλογές που δεν είναι πάντα αντικειμενικά αξιολογήσιμες.
Η απόφαση δεν επηρεάζει μόνο τον συγχωνευμένο όμιλο, αλλά αναγκάζει ολόκληρη την αγορά να προσαρμοστεί σε αυτούς τους αυστηρούς κανόνες, δημιουργώντας προκλήσεις ακόμη και για τομείς όπως το λιανεμπόριο, όπου οι διαδικασίες είναι εξαιρετικά γρήγορες.